τιθέμενοι

τιθέμενοι
τίθημι
p
pres part mp masc nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ευρωστία — η (ΑΜ εὐρωστία) [εύρωστος] 1. σωματική ευεξία, ρωμαλεότητα, σφρίγος 2. καλή κατάσταση (α. «οικονομική ευρωστία» β. «τὴν δ εὐρωστίαν τῆς ψυχῆς τιθέμενοι», Πλούτ.) …   Dictionary of Greek

  • ύπνος — Φυσιολογικό φαινόμενο, που χαρακτηρίζει όλα τα ανώτερα ζώα και συνίσταται σε αυτόματη αναστολή των νευρικών και ψυχικών δραστηριοτήτων, που μας συνδέουν με τον εξωτερικό κόσμο. Στη διάρκεια του ύ. είναι ελαττωμένα ο μυϊκός τόνος, η αρτηριακή… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”